Ιστορίες και «κατορθώματα» παιδιών και τα λεξο-μπλεξίματα της Χούντας!
Έλαχε να μάθω, 55 χρόνια μετά την δικτατορία των συνταγματαρχών, μια ιστορία παιδιών της ευρύτερης γειτονιάς μου, όταν εγώ βρισκόμουν εξορία. Μου τη θύμισε ένας ξάδελφος και αγαπημένος παιδικός φίλος, ο Νικόλας Παπαγεωργίου. Όπως είπε, την ιστορία του την αφηγήθηκε ο συμμαθητής του στο 5ο δημοτικό σχολείο Σερρών, Γιάννης – Κρίτων Θεοχάρης. Την αποτύπωσε και την πρόσθεσε στο βιβλίο του: «Η ΦΩΛΙΑ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ».
[Ένα άλλο βασίλειο.
Στην κοιλάδα του Αγίου Γεωργίου.
Πόση φτώχεια Θεέ μου; Αλήθεια πως μας την μοίρασες έτσι;
Εκεί μακριά στην κοιλάδα του Αγίου Γεωργίου, πολλές άλλες οικογένειες, ίδια η φτώχεια! Μη το ψάχνεις, δε θα βρεις τίποτε το διαφορετικό! Κι εκεί τα παιδιά πεινάνε, κι εκεί οι γονείς πονάνε. Ναι πονάνε πολύ. Αλλά... Όμως τα παιδιά δεν τα πολύ-νοιάζει... Έχουν έρθει τα πολύ δύσκολα πολιτικά χρόνια για την Ελλάδα μας...
Είναι τα χρόνια της "ελεγχόμενης δημοκρατίας".
Τα παιδιά όμως δεν το ξέρουν! Μαζεύονται σε παρέες και παίζουν... Παιχνίδια βάρβαρα, άγρια, επικίνδυνα παιχνίδια μεταξύ τους. Αλλά προ πάντων σκληρά παιχνίδια, με τ’ άλλα παιδιά των όμορων συνοικιών. Τι έχουν να χωρίσουν; Τίποτε! Παίζουν (για τα αγόρια πάντα μιλάμε) ξιφομαχίες, πετροπόλεμο… Ένα κεφάλι άνοιξε, ένα μάτι μαύρισε…
Πάει, ...γρήγορα ξεχάστηκε! Θήτες και θύματα, μετά τον ¨πόλεμο¨ πάλι φίλοι! Ε! ό,τι έγινε, έγινε...
Εκεί στην αρχή της κοιλάδας υπάρχει ένα χτίσμα, εργοστάσιο παραγωγής χαλβά ήταν κάποτε. Ένα εργαστήρι παραγωγής χαλβά στην ουσία ήταν που χρόνια τώρα έπαψε να λειτουργεί. Οι πόρτες του καλά κλειδωμένες.
Τα παράθυρα κλεισμένα με μεταλλικά παντζούρια. Δύο τελάρα χοντρή λαμαρίνα στο κάθε παράθυρο. Απόρθητο φαντάζει στα παιδικά τους μάτια. Όμως τα παιδιά πιστεύουν πως μέσα έχει υλικά, (σίδερα, μπρούντζο και "μπακίρι" - χαλκό ), που αν τ’ αποκτήσουν θα μπορέσουν στην συνέχεια να τα πουλήσουν. Να βγάλουν κάποιο χαρτζιλίκι...
Η γειτονιά του Αγ. Γεωργίου όπως είναι σήμερα
Το σχέδιο ετοιμάστηκε! Όλοι θα λάβουν μέρος σε αυτό το "ριφιφί". Όλοι!
Στην πίσω πλευρά αυτού του κτιρίου υπάρχει ένας θολωτός φούρνος, που συνδέεται με το όλο κτίριο. Από εκεί ξεκινάει η επιχείρηση... Κάποια λίγα κεραμίδια και τούβλα, αφαιρούνται από τον θόλο του φούρνου. Τώρα η είσοδος είναι τελείως έτοιμη! Εκεί, μια μεγάλη πόρτα με έναν τεράστιο μεταλλικό σύρτη, είναι το νέο εμπόδιο. Από ένα μικρό άνοιγμα κάπου στον όλο χώρο, κάποιος χωράει να περάσει. Είναι ο ποιο λεπτόκορμος της παρέας, ο Στέλιος ο Ψαράς. Αυτός, αφού πρώτα περνάει μέσα στο κτίριο, τραβάει τον μεταλλικό σύρτη και η είσοδος τώρα είναι ελεύθερη για όλους μας. Το θέαμα γυμνώνεται μπροστά μας. Άδειο οίκημα ο θησαυρός!
Οι καιροί είπαμε, είναι κατάλληλοι για γνώσεις και ενέργειες που πολύ ταιριάζουν... στο τότε.
Τα περισσότερα παιδιά, είναι οργανωμένα στους προσκόπους. Εκεί μαθαίνουν να υπακούν στους ¨ανώτερους¨, εκεί γίνεται η εκπαίδευση! Μαθαίνουν οι ποιο μεγάλοι απ’ αυτούς, πως να σηματοδοτούν τον χώρο, να υποδεικνύουν στους άλλους την διεύθυνση της πορείας τους. Ε! μη χαθούμε στο ίσιωμα...
Αυτός είναι ο προθάλαμος της άκριτης αποδοχής των θέλω, της τότε πολιτείας! Η παρέα για την εξόρμηση έτοιμη. Λένε να πάνε… Ίσως στις δυο σπηλιές, που τις λένε καταφύγια. Αυτές είναι κάπου σ’ ένα πρανές του βουνού της κοιλάδας. Είναι δυο ανοίγματα που μεταξύ τους, απέχουν λιγότερο από δέκα μέτρα. Έχουν μεγάλο άνοιγμα, με μικρό σχετικά βάθος. Στόχος τότε όλης της παρέας να πιάσουν ζωντανές νυχτερίδες. Επίσης να σκάψουν για να ενώσουν μεταξύ τους στο βάθος τους, τα δύο ανοίγματα. Θέλουν να ενώσουν μεταξύ τους τις δυο σπηλιές! Όνειρο απατηλό… Τόπος συνάντησης, η αρχή της κοιλάδας. Το πρόσταγμα δόθηκε. Η ομάδα ξεκινάει...
Μια γυναικεία φωνή, όλη μια απειλή, φωνάζει. Έλα εδώ βρε παλιόπαιδο… Είναι η μάνα του Αργύρη του Μπίτσα.
Ο ¨στρατιώτης¨ εγκαταλείπει την ομάδα του, και γυρίζει πίσω. Η ομάδα μας που τώρα δεν θέλει να χάσει κανέναν ¨στρατιώτη της¨, σηματοδοτεί όπως έμαθε στους προσκόπους, τον δρόμο της, για να τους βρει ο ¨στρατιώτης¨ μόλις καταφέρει κι’ ελευθερωθεί. Χαράζουν κάθε λίγα μέτρα στο χώμα, βέλη. Τα βέλη όλα δείχνουν, οδηγούν στον προορισμό. Εκεί στο παλιό εργοστάσιο παραγωγής του χαλβά, επάνω στην μεταλλική λαμαρίνα που έφραζε τα παράθυρα, γράφουν με ασβέστη:
ΕΛΑ ΣΤΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ.
Η γραφή τους, καθώς τρέχει η νωπή ασβέστη, αλλοιώνεται, γίνεται δυσανάγνωστη. Τα παιδιά σύντομα φτάσανε στον προορισμό τους. Έκαναν κάποιες προσπάθειες για την διάνοιξη, όμως η πραγματικότητα τους προσγείωσε.
Θα το ξανά επιχειρούσαν ίσως μια άλλη φορά. Η προσπάθεια ξεχάστηκε, η ζωή συνεχίστηκε... Τώρα, εδώ και κάποιες λίγες ημέρες, η γειτονιά τους γέμισε μ’ αυτοκίνητα της αστυνομίας. Συμβατικά (κάποια άσπρα τζιπ), γαλατάδες τα λέγαμε, και κάποια Ι.Χ της μυστικής αστυνομίας, με τις τεράστιες κεραίες τους, που και οι ποιο αφελείς τα ξεχώριζαν. Τι τάχα ήθελαν εδώ; Σίγουρα ανακάλυψαν ¨το ριφιφί¨ και έψαχναν να βρούνε τους ενόχους! Εμείς, φόβο που έφτανε στα όρια του τρόμου! Ένας αρκετά μεγαλύτερος από εμάς, ο Νίκος ο Φάκης που δούλευε στα ασβεσταριά, μας είδε όλα εμάς τα λιανοπαίδια μαζεμένα και φοβισμένα. Μας ρώτησε τι έχουμε όλοι μας. Του είπαμε πως μας φοβίζει όλη αυτή η παρουσία της αστυνομίας. Τον ρωτήσαμε, τι θέλουν ξέρεις εσύ; Γέλασε και μας είπε: Είστε πολύ μικροί εσείς δεν ξέρετε απ’ αυτά. Κάποιους κομμουνιστές ψάχνουν, που έγραψαν επάνω στα σιδερένια παντζούρια του εργοστασίου το σύνθημα: Ε.Λ.Α.Σ ΤΟ ΚΑΤΑΦΥΓΙΟ!!!]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου