Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

Η εργατική τάξη και οι φορείς της

.




Μια αποστροφή της Κατερίνας στην ανάρτηση «Αποφόρια» που μιλούσε για «ιδιοκτήτες» στην Αριστερά (http://agauch-katerina.blogspot.com/  ) μου θύμισε ένα πρόσφατο θεωρητικό σχόλιο που μου ζητήθηκε με αφορμή τέτοιες νοοτροπίες.


Συγκεκριμένα το ερώτημα ήταν: «πάει η εργατική τάξη στο «κόμμα», το όποιο κόμμα της, ή το κόμμα πάει (υπηρετεί) στην εργατική τάξη;


Όσο αστείο και να φαίνεται, και όσο και αν η διαλεκτική αλληλουχία και αλληλεπίδραση αιτίας και αιτιατού εναλλάσσει (φαινομενικά μόνο) τις θέσεις, όποιος έχει διερευνητικό μάτι θα δει ότι πίσω από ωραία μαχητικά – κομματικοπατριωτικά συνθήματα και προσκλητήρια να πάει η τάξη στο κόμμα για να αντιμετωπίσει τη κρίση, το σύστημα και τους εκμεταλλευτές της, υποκρύπτεται η τάση αναστροφής της αναγκαιότητας. Η ανεστραμμένη αντανάκλαση της πραγματικότητας κατοικοεδρεύει σε πολλά μυαλά της Αριστεράς που νομίζουν ότι δεν είναι αυτοί το «οικόπεδο ευήλιο και ευάερο» στην απόλυτη διάθεση της εργατικής τάξης να το αξιοποιήσει όπως και όποτε το έχει ανάγκη για να βγει στον δικό της ουρανό αλλά το αντίστροφο. Έκανα λοιπόν το εξής μικρό συνοπτικό σημείωμα:


«Η εργατική τάξη έχει την ιστορική αποστολή να καταργήσει την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και να εγκαθιδρύσει τη δική της αταξική κοινωνία.


Για να το πετύχει αυτό είναι αντικειμενικά αναγκαίο να οργανωθεί σε όλα τα επίπεδα οικονομικό-ταξικό, πολιτικό, κοινωνικό. Η οργάνωση αυτή σε πολιτικό επίπεδο εκφράζεται με τα πολιτικά κόμματα της εργατικής τάξης, σε συνδικαλιστικό επίπεδο με τα συνδικάτα και σε κοινωνικό με τις κοινωνικές και τοπικές οργανώσεις.


Όλες αυτές οι οργανώσεις πρέπει να έχουν τα εξής χαρακτηριστικά:

Να είναι οργανώσεις της εργατικής τάξης και όχι αταξικές.


Να έχουν σχετική αυτοτέλεια η μια μορφή οργάνωσης από την άλλη.


Να μην υποκαθίσταται η μία από την άλλη.


Η εργατική τάξη συμμετέχει και σε οργανώσεις διαφόρων τύπων όπως το Κοινοβούλιο, οι ΟΤΑ, κοινωνικοί φορείς κ.α. όπου δεν κατέχει τη πλειοψηφία ούτε αποτελούν δικές της οργανώσεις αλλά αποτελούν πεδία ταξικής πάλης αμέσου ενδιαφέροντός της αν και εν δυνάμει ορισμένα από αυτά μπορούν να κατακτηθούν μελλοντικά.


Οι πολιτικές (κομματικές) και κοινωνικές οργανώσεις της εργατικής τάξης αποτελούνται από μέλη που προέρχονται από όλες τις τάξεις με βασικό ενοποιητικό στοιχείο την ενιαία ιδεολογία της εργατικής τάξης. Ωστόσο η πλειοψηφία τους δεν μπορεί παρά να είναι εργαζόμενοι για να διατηρείται ο ταξικός χαρακτήρας και ο σκοπός. Οι άλλοι συμμέτοχοι συμμετέχουν με την προϋπόθεση ότι αρνούνται τους σκοπούς της τάξης ή του κοινωνικού στρώματος από όπου προέρχονται και ασπάζονται τους σκοπούς και την ιδεολογία της εργατικής τάξης.


Οι συνδικαλιστικές οργανώσεις της εργατικής τάξης, σε αντίθεση με τις κοινωνικές, έχουν μέλη όλων των ιδεολογικοπολιτικών ρευμάτων αλλά με αποκλειστικό ενοποιητικό στοιχείο τη θέσης στη παραγωγή δηλαδή είναι όλοι από την ίδια τάξη, εκμεταλλευόμενοι με εξαρτημένη θέση εργασίας. Από την άποψη αυτή, η συνδικαλιστική οργάνωση «χωράει» όλους τους εργαζόμενους κάθε ιδεολογίας και κάθε διάσπασή της αποτελεί περιττή πολυτέλεια και επικίνδυνη εξέλιξη.


Με βάση τη σύνθεση των οργανώσεων της εργατικής τάξης είναι φανερό ότι αποκλείεται εξ αντικειμένου η υποκατάσταση της μιας μορφής οργάνωσης από την άλλη. Συνεπώς δεν μπορούμε να μιλάμε για συνδικάτα που υποκαθιστούν την πολιτική οργάνωση και παίρνουν τη πολιτική εξουσία ούτε για κόμματα που υποκαθιστούν τα συνδικάτα με οποιοδήποτε τρόπο.


Συνυφασμένη με το χαρακτήρα των οργανώσεων της εργατικής τάξης είναι και η σχετική τους αυτοτέλεια. Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί η μια να παίξει το ρόλο της άλλης ή να λάβει εντολή να εκτελέσει τα καθήκοντα της άλλης. Σε κάθε περίπτωση που έγινε αλλοίωση της αυτοτέλειας των επιπέδων οργάνωση, το αποτέλεσμα ήταν σε ένα από τα επίπεδα αυτά να μη παράγεται αυτοτελώς πολιτική για το χώρο και απλά να μετατρέπεται σε ενεργούμενο άλλου επιπέδου. Τα αποτελέσματα είναι τραγικά και συνήθως τα καταλαβαίνουμε όταν λέμε ότι τα συνδικάτα μετατρέπονται σε ιμάντα μεταβίβασης κομματικών θέσεων στη εργατική τάξη ή ότι το κόμμα ασκεί συντεχνιακή – εργατίστικη πολιτική. Και οι δυο εκδοχές είναι εξίσου επικίνδυνες για την εργατική τάξη η οποία δεν απένειμε σε καμιά οργάνωσή της την ιδιότητα της υποταγμένης οργάνωσης.


Η αυτοτέλεια έναντι των άλλων οργανώσεων της τάξης, στις αποφάσεις, στη διατύπωση της πολιτικής και στη παραγωγή ιδεολογίας και θέσεων αποτελεί όρο απαράβατο της βιωσιμότητας μιας πολιτικής ή συνδικαλιστικής οργάνωσης της εργατικής τάξης.


Εννοείται βέβαια ότι δεν γίνεται καν λόγος για οποιαδήποτε σχέση αυτών των οργανώσεων με την αστική τάξη με την οποία βρίσκονται σε ανταγωνιστική θέση. Η όποια συνύπαρξη αποτελεί απλά ιστορική περίοδο γέννησης του ενός συστήματος από το άλλο και αποτέλεσμα προσωρινών συσχετισμών δυνάμεων.


Τέλος οφείλουμε να καταλαβαίνουμε τις οργανώσεις της εργατικής τάξης ως όργανα της τάξης απολύτως υποταγμένα στο σκοπό της. Είναι "εργαλεία" τα οποία εργάζονται για τους δικούς της σκοπούς και όχι το αντίθετο. Σε καμιά περίπτωση π.χ. δεν μπορούμε να καλέσουμε την εργατική τάξη να υποταχθεί ή να υπηρετήσει "το κόμμα της", αντίθετα η υποταγή του κόμματος είναι όρος απαράβατος για την επιτέλεση της ιστορικής αποστολή της. Την όποια επιτυχία μιας πολιτικής ή συνδικαλιστικής οργάνωσης της εργατικής τάξης πρέπει να την αντιλαμβανόμαστε ως επιτυχία της τάξης και όχι της οργάνωσης. Για παράδειγμα δεν κατακτά ποτέ την (ταξική) εξουσία το κόμμα της εργατικής τάξης αλλά τη κατακτά η τάξη και το κόμμα ή τα κόμματα της εργατικής τάξης απλά τη διαχειρίζονται κατακτώντας την πολιτική εξουσία. Οι οργανώσεις είναι όργανα της τάξης ποτέ το αντίθετο. Αυτό σημαίνει απόλυτη υποταγή των οργανώσεων στους ρόλους για τους οποίους είναι ταγμένες.


Οι κινητοποιήσεις και η «επόμενη μέρα».


Με την ευκαιρία των τελευταίων κινητοποιήσεων της εργατικής τάξης , από τις αρχές του 2010, που ήταν επιτυχημένες σε μεγάλο βαθμό, έγινε φανερό ότι τίθεται εκ των πραγμάτων στο συνδικαλιστικό αλλά και στο πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης το ερώτημα: «Και μετά τι»;


Η ιστορία λέει ότι μετά από μεγάλες κινητοποιήσεις δίνεται η μεγάλη μάχη της «επόμενης μέρας». Οι δυνάμεις του κατεστημένου παλεύουν να ερμηνεύσουν τις κινητοποιήσεις ως το τέλος του «καθήκοντος» διαμαρτυρίας και «τώρα μέσα τα κεφάλια» και οι δυνάμεις της προόδου (Αριστεράς) θέλουν να τις κεφαλαιοποιήσουν ως την αρχή μιας βαθιάς αλλαγής και μετασχηματισμού συνειδήσεων με παράλληλη ευκαιρία νέας πολιτικής και οργανωτικής ανάτασης της εργατικής τάξης (κάτι που δεν κατάφεραν μετά τις κινητοποιήσεις του Δεκέμβρη του ΄08).


Το ποιος θα κερδίσει θα φανεί. Ωστόσο πρέπει να σημειώσουμε ότι οι νέες δυνάμεις δεν έχουν κάνει ακόμη την εμφάνισή τους μέσα από τη φωτιά του αγώνα για να αναλάβουν δράση, αντικαθιστώντας τις παλιές ηγετικές δυνάμεις. Οι νέες ιδέες στην οργάνωση δεν έπεσαν ακόμη. Οι παλιές ηγετικές ταξικές συνδικαλιστικές δυνάμεις (δεν μιλάμε για τους πουλημένους εργατοπατέρες) που έδωσαν τις μάχες τους στις δεκαετίες του ΄80 και ΄90, αδυνατούν εκ των πραγμάτων να δώσουν τις μάχες στις νέες συνθήκες του 2010. Με παλιά υλικά δεν κτίζεται νέο οικοδόμημα. Αυτό δεν αφορά μόνο το συνδικαλιστικό κίνημα αλλά και το πολιτικό οικοδόμημα της εργατικής τάξης.


Όταν όμως το παλιό δεν φεύγει και το νέο αδυνατεί να αναλάβει, τότε έχουμε στιγμιαίες περιόδους «ιστορικής αμηχανίας». Από αυτή την «αμηχανία» είναι δυνατόν να ξεπεταχτούν όλα τα άνθη του καλού και του κακού.


Αυτό σημαίνει ότι τώρα ο καθένας και συνολικά η Αριστερά έχουν να παίξουν σοβαρό ρόλο αν θέλουμε η πλάστιγγα να γείρει υπέρ των εργαζομένων και όχι ανάστροφα. Το «μετά τι;» αφορά όλους και όχι κάποιες ηγεσίες.


Στις κινητοποιήσεις το ζητούμενο ήταν η νέα «συνδικαλιστική ψυχή», η νέα φλόγα του μέλλοντος στη καρδιά των απεργών. Η εκτίμηση είναι ότι χρειάζεται να δοθούν και άλλες μάχες για να ωριμάσει και να αναδειχτεί το νέο της εργατικής τάξης (κρίσιμη μάζα νέων συνδικαλιστών) το οποίο είναι αποφασισμένο να πολεμήσει μέχρι τέλους και να θυσιάσει ο,τι έχει και δεν έχει για να πετύχει.. Αυτό θα είναι το κριτήριο του νέου έναντι του παλιού (ηλικιακά ή συνειδησιακά). Επ’ αυτού το αύριο δεν προβλέπεται.


Οι εκτιμήσεις αυτές επαναφέρουν στο προσκήνιο ορισμένα πάγια ζητήματα του συνδικαλιστικού κινήματος. Τα τελευταία χρόνια τόσο με την διάβρωσή του από εγκάθετους της αστικής τάξης όσο και με τη, σε μεγάλο βαθμό, κατάλυση της σχετικής αυτοτέλειάς του από δυνάμεις της Αριστεράς, επαναφέρεται στο προσκήνιο η ανάγκη αποκατάστασης της αυτοτέλειας και της ταξικότητάς του….»


Μάρτης 2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου