Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2019

Βιβλιοπαρουσίαση: ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια υπόμνηση…



Στην κατάμεστη αίθουσα συνεδριάσεων του  ΤΕΕ, παρουσιάστηκε, στις 19 Νοεμβρίου 2019, το βιβλίο  «ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ…», της Ρένας Λευκαδίτου.




 Πολλές γενιές αντίστασης στην ταξική εξουσία της αστικής τάξης και στον ιμπεριαλισμό παραβρέθηκαν και παρακολούθησαν την παρουσίαση. Από τον 100χρονο… "έφηβο" της Εθνικής Αντίστασης και κρατούμενο της Μακρονήσου, Λάζαρο Κυρίτση, τους αγωνιστές κατά του μετεμφυλιοπολεμικού παρακράτους, τους αγωνιστές κατά της χούντας και τους εξεγερμένους του Πολυτεχνείου το 1973, μέχρι σημερινούς μαχητές της μαθητικής και φοιτητικής νεολαίας. 

Η συγκίνηση μεγάλη από αυτή την αντάμωση και τη μείξη πολλών γενεών αγωνιστών.

Η παρουσίαση ήταν μια πραγματική κατάθεση μνήμης για τους αγώνες του λαού που η άρχουσα τάξη προσπαθεί να τους ρίξει στη λήθη και να ξαναγράψει την ιστορία με βάση την αντίληψη πως τα βασανιστήρια της Μακρονήσου και των άλλων τόπων βασανισμού και εκτελέσεων, ήταν ένας "Νέος Παρθενώνας της Ελλάδος"(!) και η «Κολυμβήθρα του Σιλωάμ» για να «επανέλθουν» οι ήρωες μαχητές κατά των Γερμανών και Αγγλοαμερικανών ιμπεριαλιστών και κατά των δωσίλογων και των μοναρχοφασιστών, υποταγμένοι ηθικά και σωματικά, πτώματα, στην… «Αγκαλιά της Πατρίδος» του δόγματος «Πατρίς Θρησκεία Οικογένεια»!
 


Την εκδήλωση άνοιξε και συντόνισε ο δημοσιογράφος Κώστας Ψωμιάδης, γιος Μακρονησιώτη αγωνιστή, ενώ για το βιβλίο μίλησαν ο Σπύρος Χαλβατζής, πρόεδρος Συνδέσμου Φυλακισθέντων Εξορισθέντων Αντιστασιακών - ΣΦΕΑ 1967-1974, η Κυριακή Καμαρινού, εκπαιδευτικός, μέλος της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού «Θέματα Παιδείας», ο Τηλέμαχος Λουγγής, ιστορικός, ομότιμος διευθυντής Ερευνών στο ΕΙΕ. Χαιρετισμό απηύθυνε ο Μακρονησιώτης αγωνιστής Λάζαρος Κυρίτσης, ενώ τη μουσική κατακλείδα της εκδήλωσης ανέλαβαν ο κιθαριστής και συνθέτης Νίκος Αθανασάκης και η ηθοποιός και τραγουδίστρια Ειρήνης Πολυδώρου.


Στην παρουσίαση του βιβλίου παραβρέθηκε ο Νίκος Σοφιανός, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ. Επίσης, παραβρέθηκε η Εύα Μελά, πρόεδρος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδας, η οποία έχει επιμεληθεί το εξώφυλλο της έκδοσης. 

Από τον επίλογο του βιβλίου 

«Πόσο μαρτύριο, πόσο αίμα, πόσος ηρωισμός μπορεί να χωρέσει σε μερικές δεκάδες σελίδες; 

Το άγος της Μακρονήσου ζωντανεύει μέσα από τη φωνή και την πένα των αδάμαστων ηρώων της. Με ακρίβεια, γιατί έτσι της πρέπει της Ιστορίας. Με αγωνία να μην παραλειφθεί ούτε μια μεγάλη στιγμή από τον τιτάνιο και άνισο αγώνα, ούτε ένα όνομα Μακρονησιώτη. Με ορκισμένη απαίτηση να παραδοθούν οι υπαίτιοι στην "κατάρα των γενεών". Με λαχτάρα να μάθει η νέα γενιά όλη την εντέχνως θαμμένη στα ερείπια αλήθεια.

Κάθε σπαραγμός οδύνης που βγαίνει από τα στήθη και μια θύελλα που σαρώνει τον παλιό κόσμο. Κάθε πληγή, κάθε χαρακιά στο σώμα και στην ψυχή και μια πανάκριβη, αιματοβαμμένη σφραγίδα στα θεμέλια του νέου κόσμου, του σοσιαλιστικού μέλλοντος. Το αιώνιο στίγμα του Μακρονησιού και η θυσία των κολασμένων τράβηξε τον τροχό μπροστά, ό,τι κι αν ισχυρίζονται από την αναπαυτική πολυθρόνα τους οι παραχαράκτες της Ιστορίας».

Στο βιβλίο δημοσιεύονται μαρτυρίες, καταγραφές και κατάλογοι ονομάτων βασανισμένων αγωνιστών, βασανισμένων γυναικών αλλά και ονόματα 319 Βασανιστών! Φυσικά τα στοιχεία αυτά είναι ελλιπέστατα δεδομένου ότι έχουν συλλεχθεί μόνο από ατομικά στοιχεία, μαρτυρίες και από δημοσιεύματα. Τα Αρχεία του Κράτους είναι ερμητικά κλειστά για το μεγαλύτερο έγκλημα κατά του λαού, στον 20 αι., από την άρχουσα αστική τάξη της χώρας.




Ιστορικής σημασίας επισημάνσεις της συγγραφέως για τους καταλόγους: 

 «Τους δυο πρώτους καταλόγους (σσ βασανισμένων ανδρών και γυναικών αγωνιστών) τους παραδίδω σε νεότερους μελετητές με την ευχή να τους συμπληρώσουν με τα ονόματα όλων των αγωνιστών που πέρασαν τη φοβερή δοκιμασία.

Τον τρίτο κατάλογο (σσ των βασανιστών) τον «παραδίδω στην κατάρα των γενεών», όπως έκανε πριν από μένα ο Θέμος Κορνάρος για το όνομα ενός από αυτούς, του Θωμά Σούλη, στο βιβλίο του «Στάχτες και Φοίνικες».

Κανένας κατάλογος δεν κατάφερα να είναι πλήρης. Εύχομαι λοιπόν κάποιος άλλος, να βρει το χρόνο και το ενδιαφέρον. Με τη συνδρομή των απογόνων, να τους συμπληρώσει, και ελπίζω, κάποτε όλα τα στοιχεία αυτής της απάνθρωπης ιστορίας να βγουν και επίσημα στο φως».

   

Χαιρετισμό, με πολλές μικρές προσωπικές αφηγήσεις που χειροκροτήθηκαν, απηύθυνε ο ΜΑΚΡΟΝΗΣΙΩΤΗΣ αγωνιστής Λάζαρος Κυρίτσης




Την εκδήλωση συντόνισε ο δημοσιογράφος Κώστας Ψωμιάδης




Μετά τη εκδήλωση ακολούθησε μικρή μουσική παρουσίαση μελοποιημένων ποιημάτων και τραγουδιών από τους αγώνες του λαού.




Σπύρος Χαλβατζής: «Το “πρωτότυπο” βιβλίο γράφτηκε, όχι με μελάνι, αλλά με το κόκκινο αίμα των βασανισθέντων και των νεκρών αγωνιστών εκεί»!

Αγαπητοί φίλοι και φίλες,

Θα ήθελα να ευχαριστήσω τη συγγραφέα, φίλη και συντρόφισσα Ρένα Λευκαδίτου που μου έκανε την τιμή να είμαι ένας από αυτούς που θα μιλήσουν για το έργο της. ΜΑΚΡΟΝΗΣΟΣ μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ. Καθώς επίσης και τον εκδοτικό οίκο ΕΝΤΟΣ.

Ασφαλώς, οι συνομιλητές μας με ειδίκευση σε θέματα Ιστορίας θα μιλήσουν, πιστεύω για πτυχές του βιβλίου. Το πολιτικό πλαίσιο στη χώρα στην εποχή που δημιουργήθηκε το κολαστήριο της Μακρονήσου τον Απρίλη του 1947, παρότι είναι γνωστό, έχει αξία να αναφερθεί. Ο ΔΣΕ αναπτύσσονταν και οι επιτυχίες του στα πεδία των μαχών ήταν πολλές. Την περίοδο αυτή στρατιώτες του αστικού στρατού, συχνά, προσχωρούσαν στις γραμμές του. Η κυβέρνηση, κάτω και από τις υποδείξεις των Άγγλων, προχώρησε στο άνοιγμα του στρατοπέδου συγκέντρωσης για να περιορίσει από τη μια τις απώλειες και από την άλλη, να “αναμορφώσει” αυτούς τους νέους, πολλοί από τους οποίους, τρία χρόνια πριν, με το όπλο στο χέρι πολέμησαν τους Γερμανούς κατακτητές και τους συνεργάτες τους και απελευθέρωσαν την πατρίδα.

 Η Αγγλία που είχε μεγάλα συμφέροντα στην Ελλάδα, στην ευρύτερη περιοχή, έβλεπε καλύτερα από όλους τον κίνδυνο να τα χάσει όλα. Γι΄ αυτό στήριζε την αστική τάξη στην χώρα μας. Πολλά έχουν γραφτεί, μέχρι σήμερα για τη Μακρόνησο. Το “πρωτότυπο” βιβλίο γράφτηκε, όχι με μελάνι, αλλά με το κόκκινο αίμα των βασανισθέντων και των νεκρών αγωνιστών εκεί. Αναφέρονται σε πολλά αξιόλογα βιβλία και στο σημαντικό τρίτομο συλλογικό έργο του ΚΚΕ, τα φριχτά βασανιστήρια που υπέστησαν αγωνιστές κομμουνιστές, αντιστασιακοί, του ΕΑΜ, ΕΛΑΣ, της ΕΠΟΝ, μαχητές του ΔΣΕ, στρατιώτες, αξιωματικοί και προοδευτικοί πολίτες στα δύσκολα και σκληρά χρόνια.

Από τις συμπληγάδες πέρασαν δεκάδες χιλιάδες φαντάροι. Πόσοι σκοτώθηκαν, δολοφονήθηκαν. Πάνω από 350 ήταν οι νεκροί από την βάρβαρη επίθεση που έγινε στις 29 Φλεβάρη και 1η Μάρτη 1948, όταν από την Ακταιωρό ο στρατοπεδάρχης Μπαϊρακτάρης έδωσε το σύνθημα πολυβολισμού, ουσιαστικά βομβάρδισε τους άοπλους κρατούμενους στρατιώτες. Πολλοί άλλοι δολοφονήθηκαν πριν από αυτούς. Πολλοί νεολαίοι, ανήλικοι μη αντέχοντας τα σκληρά βασανιστήρια αποπειράθηκαν να αυτοκτονήσουν.

Πόσοι τρελάθηκαν από τα βασανιστήρια.



Πόσοι έφτασαν στη Μακρόνησο αρτιμελείς, ενώ είχαν πολεμήσει με το όπλο στο χέρι τους Γερμανούς καταχτητές και τους ντόπιους συνεργάτες τους και έφυγαν από τη Μακρόνησο, με ένα πόδι λιγότερο, άλλος με ένα μάτι, άλλος να του λείπει το χέρι. Κι΄ έμειναν σακάτηδες από “Ελληνικά” χέρια. Αλλά και πολλοί ήταν αυτοί που άντεξαν στα απάνθρωπα βασανιστήρια, στο Σύρμα, στους κλωβούς, στην απομόνωση. Και ήταν νέοι και μεγαλύτεροι σε ηλικία αγωνιστές. ΕΠΟΝίτες και ΕΠΟΝίτισσες, τιμημένοι αξιωματικοί του ΕΛΑΣ που ορισμένοι προέρχονταν από τους μόνιμους αξιωματικούς του αστικού στρατού. Εργάτες αγρότες, ποιητές, ζωγράφοι, ηθοποιοί, συγγραφείς. Εργάτες του χεριού και του πνεύματος, άφησαν σημάδι ανεξίτηλο στο πέρασμά τους από το κολαστήριο. Το τσαντήρι τους το μετέτρεψαν σε κάστρο άπαρτο της λευτεριάς του νου και της ψυχής.

Οχι μόνον 6264 άντρες και 1107 γυναίκες που αναφέρονται ονομαστικά στο βιβλίο, αλλά και χιλιάδες άλλοι που μαρτύρησαν εκεί, ανάμεσά τους μια κορυφαία και θρυλική μορφή, αυτή του Δημήτρη ΤΑΤΑΚΗ, άφησαν μια ΥΠΟΜΝΗΣΗ για τους μεταγενέστερους, για όλους όσοι θέλουν να λέγονται Άνθρωποι.

Και το έργο της Ρένας Λευκαδίτου Παπαντωνίου, με σεμνότητα παρουσιάζει τους σταυραετούς της λευτεριάς. Γιατί αυτοί, μέσα στη μεγαλοσύνη τους, παρέμειναν σεμνοί. Και υπογραμμίζει τη λέξη ΥΠΟΜΝΗΣΗ. Ναι, γιατί όλοι πρέπει να μην ξεχνάμε, να θυμόμαστε. Έχει μια ιδιαιτερότητα αυτό το βιβλίο, από άλλα που έχουν γραφτεί για τη Μακρόνησο. Όχι σε αντιπαράθεση με αυτά. Απλά συμπληρώνει πολλά από αυτά που δεν έχουν καταγραφεί. Η Ρένα, σε μια κοπιώδη προσπάθεια, με έρευνες σε αρχεία και με προσωπική επικοινωνία με αγωνιστές που βίωσαν αυτή τη βαρβαρότητα της αστικής τάξης, κατάφερε να βρει στοιχεία και αναφέρει πολλά ονόματα βασανισθέντων, κρατουμένων και νεκρών αγωνιστών. 

Πέρα από αυτά, με το βιβλίο της, δίνει τη δυνατότητα στον σημερινό αναγνώστη να τοποθετήσει στον ατιμωτικό πάσαλο της ιστορίας τους βασανιστές. Αναφέρει πολλά ονόματα βασανιστών. Γιατί ήταν πολλοί οι εγκληματίες, οι μισάνθρωποι. Ηταν και κάποιοι, που, δυστυχώς, πέρασαν απέναντι και βασάνιζαν πρώην συναγωνιστές τους για να γλιτώσουν οι ίδιοι τα βασανιστήρια. Τριακόσια δέκα εννέα (319) ονόματα βασανιστών και δολοφόνων αναφέρονται στις σελίδες του Βιβλίου. Και χρειάστηκε μεγάλη προσπάθεια για να εντοπιστούν.

Δεν βαραίνουν τα ονόματα αυτά τους απογόνους τους. Αλλά η τοποθέτησή τους πρέπει να παραμείνει εκεί εσαεί. Ηταν και είναι ατιμασμένοι και τίποτα δεν μπορεί να τους ξεπλύνει.

 Θα αναρωτηθεί κάποιος. Καλά εσύ Ρένα Αρχιτέκτονας, τι σχέση έχεις με τη Μακρόνησο; Κι όμως, έχει σχέση αίματος. Γιατί εκεί βρέθηκαν άμεσοι συγγενείς της που μαρτύρησαν. Η σεμνότητά της, την εμποδίζει να αναφέρει, ότι για πολλές δεκαετίες ασχολήθηκε και ασχολείται με τη Μακρόνησο.  Οχι μόνον για να συμβάλλει στη διατήρηση αυτού του νησιού ως έναν Τόπο Ιστορικής Μνήμης, αλλά και στον αγώνα καταγραφής της πραγματικής Ιστορίας. Οπως επίσης και στην συνεχή προσπάθεια της, μαζί με άλλους συντρόφους και συναγωνιστές, για να αποκαθαρθεί ο μαρτυρικός αυτός τόπος από τα ανοσιουργήματα που συντελέστηκαν τα προηγούμενα χρόνια και από αυτά που και σήμερα συνεχίζονται με τις καταπατήσεις με τη δημιουργία όλο και νέων αυθαίρετων κτισμάτων. Ενάντια στην προσπάθεια, που έγινε και γίνεται για την αλλαγή του χαρακτήρα του Ιστορικού αυτού Τόπου. Εργάστηκε και εργάζεται ακούραστα στην κατεύθυνση αυτή. Πάνω απ΄ όλα εργάζεται αθόρυβα. Χρόνια και χρόνια. 

Θεώρησα απαραίτητο να αναφερθώ στα παραπάνω, γιατί υπάρχουν άνθρωποι, αγωνιστές που πράττουν πολλά και μιλάνε λίγο. Ενώ άλλοι πράττουν ελάχιστα και λένε υπέρμετρα. Η Ρένα ανήκει στους πρώτους.

Εχει ξεχωριστή αξία αυτό που τονίζεται στο βιβλίο. Οτι, δηλαδή, τα εγκλήματα στη Μακρόνησο είχαν την ολόπλευρη στήριξη της ηγεσίας του αστικού καθεστώτος. ΄Ολων των αστικών δυνάμεων. Και των σκληρών ακροδεξιών, φασιστών που προέρχονταν από τη βασιλομεταξική δικτατορία, αλλά και κεντρώων αστών πολιτικών, Βενιζελικών κά. Και αυτών που εγκατέλειψαν τη χώρα όταν μπήκαν οι Γερμανοί κατακτητές, αλλά και των άλλων που συνεργάστηκαν μαζί τους, στα τάγματα ασφαλείας, άλλων που φόρεσαν την κουκούλα του καταδότη των αγωνιστών στους κατακτητές, που τους οδηγούσαν στο θάνατο.  Όλοι αυτοί ήθελαν, εκτός των άλλων, να εκδικηθούν αυτούς που στα σκληρά χρόνια της κατοχής, έκαναν την έφοδο στο ουρανό. Τους αντιστασιακούς ΕΑΜίτες αγωνιστές, τους κομμουνιστές, άλλους πρωτοπόρους.
 


Ετσι, την επισκέφτηκαν, κατά καιρούς και πρόβαλλαν το “θεάρεστο” έργο της Μακρονήσου, από τον Παύλο και τη Φρειδερίκη, που ο λαός την αποκαλούσε φρίκη, μέχρι τον Παν. Κανελλόπουλο, τον Κωνσταντίνο Τσάτσο και όλη την πνευματική ηγεσία της αστικής τάξης. Καραντώνης, Σκίπης, Μυριβήλης, η Κοτοπούλη, ο Χριστόφορος Νέζερ και άλλοι, όπως ανώτερα στελέχη της Ιεραχίας, Δεσποτάδες κ.ά. 

Η προπαγάνδα τους, ο βομβαρδισμός με ψέματα, ο αντικομμουνισμός έλαμψε στο μεγαλείο του, για πολλά χρόνια. Κι΄ αυτό γιατί έπρεπε να στεριώσει η αστική τάξη. Να καθιερωθεί η εξουσία της πάνω στα λαβωμένο σώμα της πατρίδας. Κι΄ αυτό μπορούσε να γίνει μόνο με φωτιά και σίδερο.  Ετσι στηριγμένη στην αρχή στους  Άγγλους ιμπεριαλιστές και στη συνέχεια στους Αμερικανούς, ήθελε να συντρίψει τον αδούλωτο, αγωνιστή λαό. Αυτοί οι διανοούμενοι, μετά τις επισκέψεις τους, έγραφαν άρθρα και επιφυλλίδες στον αστικό τύπο, μιλούσαν στο κρατικό ραδιόφωνο και παρουσίαζαν στο κοινό μια εικόνα για τη Μακρόνησο ολότελα αντεστραμμένη με την πραγματικότητα. Την πέννα τους την υπόταξαν στην υπηρεσία της αστικής τάξης με τον χειρότερο τρόπο. 

Δεν ξεχνούμε, άλλωστε, ότι ο Παν. Κανελλόπουλος χαρακτήρισε το κολαστήριο της Μακρονήσου “Νέο Παρθενώνα”. Ο Κωνσταντίνος Τσάτσος έλεγε ότι ήταν “η εθνική κολυμβήθρα”. Ισχυρίζονταν ότι εκεί “αναμορφώνονταν” τα παρασυρμένα Ελληνόπουλα. Αναμορφώνονταν με βασανιστήρια και σφαγές. 

Η συγγραφέας μας λέει ότι από τη Μακρόνησο πέρασαν συνολικά πάνω από 100.000 άνθρωποι. Η αστική τάξη ήθελε ναι, με φωτιά και σίδερο να συντρίψει την αγωνιστική συνείδηση των μαχητών του ΕΛΑΣ της ΕΠΟΝ, του Δ.Σ.Ε. των μαχητών εκείνων που όταν τους χρειάστηκε η πατρίδα, έπραξαν το χρέος τους. Θέλησε να εξαλείψει την εποποιΐα της ΕΑΜικής αντίστασης.



Στη Μακρόνησο, στη Γυάρο στους άλλους τόπους εξορίας, φυλακών, αξιοποίησαν την πείρα των Αγγλων αποικιοκρατών. Και ήταν τεράστια αυτή η εμπειρία τους από τις χώρες που είχαν κατακτήσει για πολλά χρόνια. Και αυτή την πείρα τους την εφάρμοσαν στο κορμί της λαβωμένης Ελλάδας. Αξιοποίησαν και την πείρα από τα Γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης. Τίποτα δεν άφησαν αναξιοποίητο στην επιχείρηση υποδούλωσης, υποταγής εκείνων των ανυπότακτων. Οι κρατούμενοι, άντρες και γυναίκες έκαναν το χρέος τους. Ειδικά οι γυναίκες, νέες και μεγαλύτερες, έμειναν όρθιες, αταλάντευτες, αλύγιστες μπροστά στην ωμή βία. Διαβάζοντας το βιβλίο, βλέπουμε και μια άλλη παράμετρο. Και αυτή είναι ο λεπτομερής σχεδιασμός της Μακρονήσου. 

Ο αναγνώστης βλέπει μέσα από σχεδιαγράμματα, εικόνες και φωτογραφίες, που ήταν το κάθε τι. Ποιος ή ποιοι ήταν εκεί. Τι χρησιμοποιούσε ο κάθε χώρος. Ποιες οι λειτουργίες του. Μέσα από σχήματα και σχέδια ο νους ταξιδεύει στα σκληρά χρόνια. Θα δει πως χρησιμοποίησαν οι κυρίαρχοι όλα τα μέσα που είχαν, στην επιδίωξή τους να υποτάξουν τους κρατούμενους αγωνιστές. Μέσα από αυτές τις εικόνες, ο αναγνώστης θα δει με τα μάτια της ψυχής του το δράμα των αγωνιστών, κομμουνιστών, αντιστασιακών, αλλά κυρίως θα αναγνωρίσει τον άφταστο ηρωισμό ανδρών και γυναικών πολιτικών κρατουμένων.

Στη σελίδα 30 θα δει τους διοικητές, βασανιστές, άλλους φασίστες συνεργάτες των Γερμανών κατακτητών, αποβράσματα της κοινωνίας, που βρήκαν πεδίο δόξης λαμπρό, να βασανίζουν, να δολοφονούν άοπλους και δεμένους. Βασιλόπουλος, Μπαϊρακτάρης, Σούλης, Σκαλούμπακας, Τζανετάτος, και άλλοι αιματοβαμμένοι διοικητές του ΑΕΤΟ και ΒΕΤΟ, των Στρατιωτικών Φυλακών Αθηνών. Και ήσαν πολλοί τέτοιοι. Το 1949 υποδιοικητής στο ΒΕΤΟ, ήταν ο Δημ. Ιωαννίδης, ο πραξικοπηματίας, μετέπειτα δικτάτορας, μετά τον Παπαδόπουλο από τις 25 Νοέμβρη 1973.  Ηταν αυτός που οργάνωσε και καθοδήγησε το πραξικόπημα στην Κύπρο. Πραξικόπημα, που έδωσε το πάτημα στους Τούρκους να κάνουν την επέμβαση, να δολοφονήσουν Κύπριους και Ελληνες στρατιώτες, πολίτες και που οδήγησε στην προδοσία και στην απόσπαση του 40% περίπου από τους Τούρκους τον Ιούλη του 1974. Όλα έχουν την εξήγησή τους.

Ξεχωριστή αξία έχει, το ξαναλέω, κατά τη γνώμη μου, η αναφορά στους βασανιστές. Είναι επώνυμη, τεκμηριωμένη. Γιατί, αυτοί που βασανίζουν δεμένους ανθρώπους, είναι πιο βάρβαροι κι από τα άγρια θεριά. Κι έτσι θα μείνουν και για ιστορικούς λόγους. Για να μην ξεχνά κανείς.

Τέλος, η πραγματικότητα είναι ότι όσα και να γραφτούν για τη Μακρόνησο δεν θα καταφέρουν να αποτυπώσουν στο χαρτί με πληρότητα το που μπορεί να φτάσει η αστική τάξη, όταν απειληθεί η εξουσία της, μέσα σε συγκεκριμένες πολιτικές και κοινωνικές συνθήκες, αλλά και ποια είναι η μεγαλωσύνη του αγωνιστή, του κομμουνιστή, στην αναμέτρησή του με την τυραννία, στην πάλη του για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για μια άλλη κοινωνία, λεύτερη, σοσιαλιστική.

Πιστεύω ότι όποιος διαβάσει το βιβλίο θα ωφεληθεί πολλαπλά. Καλοτάξιδο. 

Σας ευχαριστώ.

 

Όπως σημείωσε, μεταξύ άλλων, η Κυριακή Καμαρινού, «συναντάμε τη συγγραφέα να συμμετέχει στη συγκρότηση Ομάδας Εργασίας, το 1990, για την προστασία και ανάδειξη της ιστορικότητας του τόπου, να αφοσιώνεται ολόψυχα συμμετέχοντας σε όλες τις διαδικασίες - συνέδρια - πρωτοβουλίες φορέων, προκειμένου να θεσμοθετηθούν οι χρήσεις γης (1995) και να μετουσιώνει κυριολεκτικά σε υπόθεση ζωής αυτό που ριζώθηκε μέσα της ως χρέος απέναντι στους νεκρούς, όπως σημειώνει η ίδια στον πρόλογο:

«…δέθηκα με την Ιστορία του νησιού, έφριξα με την κτηνωδία, υποκλίθηκα στον ηρωισμό και την αυταπάρνηση των συντρόφων και είχα την τύχη να γνωρίσω πολλούς απ΄αυτούς. Πολλά χρόνια μετά, όταν διαπίστωσα ότι δεν υπήρχαν κατάλογοι των αγωνιστών που έζησαν -όπως έζησαν- στη Μακρόνησο εκείνα τα φοβερά χρόνια, σκέφτηκα να προσπαθήσω να συγκεντρώσω από τα βιβλία - μαρτυρίες όλα τα ονόματα που αναφέρονται και να καταγράψω, όσο το δυνατό, τη διαδρομή του καθενός…». 

Μια στοχοθεσία που υποδηλώνεται στον υπότιτλο του βιβλίου ως «υπόμνηση» και συμπληρώνεται στη συνέχεια με τη διακριτική επισήμανση «…για ό,τι έγινε, για ό,τι γράφτηκε». Με συγκινητική ειλικρίνεια και εντιμότητα η συγγραφέας αναφέρεται με σεβασμό στο τρίτομο συλλογικό έργο του ΚΚΕ για τη Μακρόνησο, που αποτέλεσε την κύρια πηγή της προσπάθειάς της να αποδελτιώσει βασικές πλευρές της «ιτάνιας και άνισης» αναμέτρησης, καθώς και σε άλλες μαρτυρίες που μπόρεσε να συλλέξει, ώστε να μη λείψει η παραμικρή πινελιά, για να μπορέσει να αισθητοποιηθεί από τις επόμενες γενιές κάθε πτυχή του μεγαλείου, μέσα από την ταυτοποίηση χιλιάδων αγωνιστών. Υπόμνηση όμως αποτελεί και η αγωνιώδης διεκδίκηση όλων αυτών των δεκαετιών για την ανάδειξη και προστασία της ιστορικότητας του τόπου από κάθε είδους αρπακτικές οικοπεδοφαγικές διαθέσεις της δήθεν τουριστικής και κερδοφόρας αξιοποίησης του νησιού. Όπως αναφέρει η ίδια, σχεδόν όλα τα κτήρια σήμερα, πλην του ανακαινισμένου θεάτρου, στο ΑΕΤΟ και το κτήριο αρτοκλιβάνων, έχουν εξαφανιστεί ή κείτονται ως μη αναγνωρίσιμα ερείπια». 

Πολύτιμο χαρακτήρισε το βιβλίο της Ρένας Λευκαδίτου - Παπαντωνίου ο Τ. Λουγγής. Τόνισε ότι παρόλο που υπάρχουν αρκετά βιβλία για τη Μακρόνησο, αυτό είναι «ένα σπουδαίο βοήθημα» και ένα «απαραίτητο συμπλήρωμα» καθώς ενοποιούνται οι μαρτυρίες των αγωνιστών αλλά και ο κατάλογος των βασανιστών. 




Η συγγραφέας Ρ. Λευκαδίτου - Παπαντωνίου αναφέρθηκε στο πώς ξεκίνησε η σχέση της με τη Μακρόνησο. Όντας εκπρόσωπος του Συλλόγου αρχιτεκτόνων στην ομάδα που δημιουργήθηκε για την προστασία και την ανάδειξη του ιστορικού τόπου, διαπίστωσε ότι δεν υπήρχε πουθενά ένας κατάλογος με καταχωρημένα τα ονόματα των αγωνιστών που πέρασαν από το νησί. Σημείωσε ότι «μετά από μια δίχρονη προσπάθεια διαπίστωσα αυτό που ήταν ήδη γνωστό, ότι όλοι οι κατάλογοι παραμένουν ακόμη ανοιχτοί. Τόνισε ότι για να βρεθούν τα ονόματα όλων των αγωνιστών της Μακρονήσου πρέπει να ικανοποιηθεί το αίτημα που πολλές φορές ως τώρα έθεσε το ΚΚΕ: Να ανοίξουν τα αρχεία της διεύθυνσης του ΓΕΣ, η οποία από τον στρατοπεδάρχη της Μακρονήσου Μπαϊρακτάρη σχεδίαζε, οργάνωνε και εκτελούσε κάθε δραστηριότητα του στρατοπέδου.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου